Willkommen auf den Seiten des Auswärtigen Amts
Συνέντευξη του Πρέσβη κ. Ερνστ Ράιχελ στην «Καθημερινή της Κυριακής»
Ο Πρέσβης Ερνστ Ράιχελ μιλάει στον συντάκτη της «Κ» Βασίλη Νέδο, © Argiris Makris
Συνέντευξη στην εφημερίδα «Καθημερινή της Κυριακής» και στον δημοσιογράφο Βασίλη Νέδο παραχώρησε ο Πρέσβης κ. Ερνστ Ράιχελ.
Συνέντευξη: Βασίλης Νέδος
Πώς μπορεί να εξελιχθεί η ελληνογερμανική σχέση υπό τις νέες συνθήκες;
Πιστεύω ότι η Ελλάδα και η Γερμανία είχαν μια πολύ στενή σχέση ήδη πριν από την κρίση, η οποία όμως κατά τη διάρκεια της κρίσης δεν ήταν πάντα πολύ εύκολη. Αισθάνομαι τυχερός διότι ίσως έχω έρθει σε μια χρονική στιγμή όπου κανείς μπορεί να διευρύνει την προοπτική και να ανοίξει ολόκληρη την γκάμα θεμάτων που διαμορφώνουν την πολύ στενή σχέση που είχαμε πάντοτε. Είτε είναι οι 450.000 Ελληνες που ζουν στη Γερμανία, είτε η επιστήμη, ο πολιτισμός και, βέβαια, η οικονομία που είναι το κύριο θέμα εδώ στην Ελλάδα. Η γενική ιδέα είναι να μετακινηθούμε λίγο από τη μονόπλευρη προσήλωση στους δημοσιονομικούς στόχους, ώστε να αποκτήσουμε ένα πολύ πιο ευρύ πεδίο θεώρησης για τον τρόπο με τον οποίο θα ισορροπήσουμε τη σχέση μας.
Οι νέες συνθήκες συνδέονται και με το μεταναστευτικό/προσφυγικό ζήτημα. Πώς μπορεί οι μετανάστες και οι πρόσφυγες να μεταφερθούν ανά την Ευρώπη ή να προωθηθούν στις χώρες καταγωγής τους;
Η κυβέρνησή μου συμφωνεί σε μεγάλο βαθμό με τις βασικές θέσεις της Ελλάδας στο θέμα αυτό. Πιστεύουμε επίσης ότι υπάρχει ανάγκη αναθεώρησης του συστήματος του Δουβλίνου, και δη με τέτοιον τρόπο, ώστε να λαμβάνει υπόψη τις συγκεκριμένες ανάγκες και δυσκολίες των χωρών στην περιφέρεια της Ε.Ε. Αντιλαμβανόμαστε πλήρως και γνωρίζουμε από την εμπειρία μας ότι οι άνθρωποι που φθάνουν στα νησιά εδώ ή σε άλλα μέρη της Νότιας Ευρώπης, τείνουν τελικά να εμφανίζονται και στη Γερμανία. Οπότε είναι ξεκάθαρο ότι πρέπει να είμαστε αποτελεσματικότεροι κατά τη στιγμή της άφιξης των ανθρώπων αυτών στην Ε.Ε. Η μετεγκατάσταση μεταναστών και προσφύγων είναι κάτι διαφιλονικούμενο στην Ε.Ε. Η Γερμανία έχει υπάρξει η κύρια συνήγορος της μετεγκατάστασης, αλλά δεν επιτύχαμε, δυστυχώς, και δεν είμαι καθόλου αισιόδοξος ότι θα επιτύχουμε πλήρη σύμπνοια στην Ε.Ε. για ένα σύστημα μετεγκατάστασης. Αυτό που μπορούμε όμως και προσπαθούμε να κάνουμε, είναι να διαμορφωθεί ένας πυρήνας κρατών-μελών της Ε.Ε. πρόθυμων να δημιουργήσουν ένα τέτοιο σύστημα μετεγκατάστασης μεταξύ τους.
Η Ελλάδα βρίσκεται στο σταυροδρόμι κρίσεων. Ποια είναι η γερμανική αντίληψη γι’ αυτό;
Νομίζω ότι όπως και σε πολλά άλλα θέματα, η καλύτερη απάντηση βρίσκεται στην ευρωπαϊκή συνοχή. Σε μια περίοδο που βρισκόμαστε περικυκλωμένοι από κρίσεις, που αμφισβητούνται ή απαξιώνονται οι αξίες που ήταν κοινός τόπος για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, σε μια περίοδο όπου υπάρχει εσωτερική ανασφάλεια για ό,τι συγκρατεί και ενώνει τις κοινωνίες μας, σε μια τέτοια περίοδο, νομίζω ότι δεν έχουμε καμία άλλη επιλογή –ακόμη περισσότερο κι απ’ ό,τι στο παρελθόν– από το να είμαστε ενωμένοι ως Ευρωπαίοι. Να δείχνουμε αλληλεγγύη ως Ευρωπαίοι. Να μην αφήνουμε να μας διχάσουν εξωτερικοί παράγοντες. Οι ειδικές σχέσεις, οι στρατηγικές συνεργασίες είναι καλές, κάθε χώρα έχει τέτοιες, αλλά βασική προτεραιότητα θα πρέπει να είναι πάντα η αφοσίωση στην Ε.Ε. και τις ευρωπαϊκές αξίες και νομίζω ότι αν μπορούμε να το καταφέρουμε αυτό, τότε θα είμαστε και σε πολύ καλύτερη θέση να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματά μας.
Αυτό σημαίνει ότι η Ευρώπη πρέπει να κάνει περαιτέρω βήματα ενοποίησης στην εξωτερική πολιτική και στην άμυνα;
Αυτό είναι μέρος της απάντησης. Πέρα από αυτό, υπάρχει το ζήτημα του πνεύματος με το οποίο συνεργαζόμαστε καθώς και εάν έχουμε ενιαία αντίληψη της έννοιας «αλληλεγγύη». Δηλαδή ότι η αλληλεγγύη μας πρέπει να αφορά εμάς, και όχι εξωτερικούς παράγοντες που προσπαθούν να μας χωρίσουν και, μεταξύ άλλων, διεξάγουν έναν πόλεμο πληροφοριών εναντίον μας.
Στο ζήτημα των ενταξιακών συνομιλιών Βόρειας Μακεδονίας και Αλβανίας, θεωρείτε ότι η Ελλάδα και η Γερμανία μπορούν να διαδραματίσουν κάποιο ρόλο στην επανεκκίνηση της διαδικασίας;
Ναι, είμαι πεπεισμένος γι’ αυτό. Η Ελλάδα έχει έναν πολύ σημαντικό ρόλο να διαδραματίσει. Μοιραζόμαστε την πεποίθηση ότι δεν πρέπει να κλείσουμε τον φάκελο των ενταξιακών συνομιλιών με τη Βόρεια Μακεδονία και την Αλβανία, αλλά αντίθετα πρέπει να κρατήσουμε τη συζήτηση ζωντανή και να επιστρέψουμε σε αυτήν το συντομότερο. Η Γερμανία πιστεύει ότι ήταν πολύ ατυχές το γεγονός ότι η Ε.Ε. δεν κατόρθωσε να καταλήξει σε μια θετική απόφαση στην τελευταία σύνοδο. Γενικά μιλώντας, όλοι μας στην Ε.Ε. θα πρέπει να αποφύγουμε να θέτουμε την εσωτερική ατζέντα των χωρών μας ή διμερή θέματα με άλλες χώρες πάνω από την αξιοπιστία μας ως Ε.Ε. ή τις στρατηγικές μας επιδιώξεις.
Με ποιο τρόπο η Ευρώπη μπορεί να προστατεύσει τα κυριαρχικά δικαιώματα των κρατών-μελών της; Η Τουρκία παραβιάζει την κυπριακή υφαλοκρηπίδα.
Είμαστε ξεκάθαροι στην άποψή μας ότι διαφωνούμε με αυτό που κάνει η Τουρκία στην ΑΟΖ της Κύπρου και στηρίζουμε κατηγορηματικά μια κοινή ευρωπαϊκή αντίδραση σε αυτό. Μόλις πριν από λίγο η Ε.Ε. συμφώνησε κυρώσεις ως αντίδραση στις ενέργειες της Τουρκίας και η Γερμανία το στήριξε αυτό. Η γνώμη που έχει η Ελλάδα γι’ αυτό το θέμα είναι πολύ σημαντική για εμάς, ώστε να καθορίσουμε τι πρέπει να κάνουμε. Διότι έχουμε, φυσικά, πολλά θέματα με την Τουρκία, αυτό είναι μόνο ένα, και πρέπει να τα τοποθετήσουμε όλα σε μια συνολική θεώρηση των πραγμάτων.
Ποια πρέπει να είναι η στάση της Ευρώπης έναντι χωρών όπως η Ρωσία ή η Κίνα;
Νομίζω ότι ο ρεαλιστικός τρόπος αντιμετώπισης τόσο μεγάλων χωρών με τις οποίες έχουμε κάποιες δυσκολίες, είναι να διατηρήσουμε ζωντανό τον διάλογο, αλλά, επίσης, να ξεκαθαρίσουμε ποιες είναι οι θέσεις μας και να θέσουμε όρια. Εχει νόημα να προσφέρουμε σε αυτές τις χώρες τον διάλογο και ταυτόχρονα να τους επισημάνουμε σε ποια σημεία τους ζητάμε να προσαρμόσουν τις πολιτικές τους. Σε αυτές τις συνομιλίες είναι σημαντικό να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, να κατονομάσουμε παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου, παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ή την ανάμειξή τους στις εσωτερικές μας υποθέσεις, όπως για παράδειγμα μέσω οργανωμένων και χρηματοδοτούμενων από το κράτος ενεργειών παραπληροφόρησης. Προηγουμένως υπηρετούσα στην Ουκρανία, όπου η κατάληψη της Κριμαίας από τη Ρωσία και η ανάμειξη της Ρωσίας στις διαμάχες στην Ανατολική Ουκρανία αποτελούν παράδειγμα εμφανούς, μεγάλης κλίμακας και διαρκούς παραβίασης του διεθνούς δικαίου. Η Γερμανία και η Γαλλία έχουν εμπλακεί σε μεγάλο βαθμό στην προσπάθεια επίλυσης αυτού του ζητήματος.
Από πλευράς επενδύσεων, για ποιες ενδιαφέρονται οι γερμανικές εταιρείες;
Οταν προκύπτουν νέες ιδιωτικοποιήσεις, όπως για παράδειγμα το επιπλέον 30% του αεροδρομίου «Ελευθέριος Βενιζέλος», αυτό είναι κάτι που ενδιαφέρει τους Γερμανούς επενδυτές. Ο τουρισμός προφανώς είναι μια ακμαία βιομηχανία στην Ελλάδα και έχει ακόμα πολλές δυνατότητες. Μόνο τον περασμένο χρόνο είχαμε 4 εκατ. Γερμανούς τουρίστες στην Ελλάδα. Νομίζω ότι οι αλλαγές που συντελέστηκαν στην Ελλάδα είναι σχετικά πρόσφατες, οπότε οι επενδυτές χρειάζονται λίγο χρόνο για να αποκτήσουν εμπιστοσύνη και να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα και στις νέες συνθήκες.
Ως προς τις νέες τεχνολογίες;
Σε λίγες ημέρες θα διοργανώσουμε ένα φόρουμ καινοτομίας στην Αθήνα, που θα φέρει σε επαφή μικρότερες και μεγαλύτερες γερμανικές εταιρείες με ελληνικές καινοτόμες επιχειρήσεις, με σκοπό να αναδειχθούν βέλτιστες πρακτικές και καλά παραδείγματα. Η Ελλάδα έχει πραγματικά ορισμένες πολύ εντυπωσιακές εταιρείες, γεγονός που πρέπει να γίνει ευρύτερα γνωστό και κατανοητό στο εξωτερικό. Στις αρχές του επόμενου χρόνου έχουμε ένα ακόμη συνέδριο, στο οποίο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και η καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ συμφώνησαν στο Βερολίνο και αφορά την πράσινη ανάπτυξη. Επίσης, σε αυτή την ατζέντα εντάσσεται και η παρουσία της Γερμανίας ως «τιμώμενης χώρας» στην επόμενη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης, για την οποία η πρεσβεία και πολύς κόσμος στη Γερμανία εργάζονται ήδη πολύ σκληρά.
Υπάρχει γερμανική πρόταση για το πώς Ελλάδα και Γερμανία μπορούν να συνεργαστούν στην άμυνα;
Η Γερμανία είναι, φυσικά, ένας πολύ πρόθυμος εταίρος για την ανάπτυξη του αμυντικού τομέα στην Ελλάδα. Είμαστε σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ οπότε δεν υπάρχει κανένα εμπόδιο για προσφορές από Γερμανούς προμηθευτές. Υπάρχει, επίσης, χώρος για στενότερη συνεργασία μεταξύ των κυβερνήσεων. Και, ίσως, με την πολιτική αλλαγή που επήλθε να υπάρχουν καλύτερες βάσεις για καλύτερη συνεργασία από αυτή που είχαμε τα προηγούμενα χρόνια. Είναι νωρίς ακόμα και θα δούμε πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση, αλλά νομίζω ότι στη Γερμανία υπάρχει σίγουρα η διάθεση για βοήθεια και συνεργασία.
Υπάρχει μια συζήτηση για τους δημοσιονομικούς στόχους της Ελλάδας και πώς μπορεί να αναθεωρηθούν ώστε να προωθηθεί ξανά η ανάπτυξη. Τα κύρια προβλήματα είναι η υψηλή φορολόγηση και τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα. Είναι εφικτή η επανεκτίμηση αυτών των στόχων, πιθανώς τον επόμενο χρόνο;
Ακούμε πολύ προσεκτικά ό,τι λέει η ελληνική κυβέρνηση πάνω σε αυτό. Λέει ότι σκοπεύει να χρησιμοποιήσει τον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο, υπό την τρέχουσα συμφωνία, ώστε να μειώσει το φορολογικό βάρος σε πολίτες και επιχειρήσεις. Συμφωνώ ότι το φορολογικό φορτίο είναι πράγματι πολύ βαρύ και αποτελεί εμπόδιο στην οικονομική ανάπτυξη. Ωστόσο σε αυτό το χρονικό σημείο, το ζήτημα της ελάφρυνσης των απαιτήσεων του πρωτογενούς πλεονάσματος δεν βρίσκεται πραγματικά στην ατζέντα. Το κλείσιμο της τρέχουσας συμφωνίας ήταν μια πολύ δύσκολη και επίπονη διαδικασία και ως εκ τούτου υπάρχει μια φυσική τάση να μη θέλει κανείς να ανοίξει τόσο σύντομα ξανά το θέμα. Η Ελλάδα θα πρέπει να κερδίσει περισσότερο την εμπιστοσύνη των πιστωτών προτού μπορέσει να θέσει με επιτυχία ένα τέτοιο ζήτημα, όπως την αλλαγή των στόχων του πρωτογενούς πλεονάσματος. Αυτό μπορεί να γίνει εφόσον προχωρήσουν οι αποφάσεις για οικονομικές μεταρρυθμίσεις που έχει ανακοινώσει η νέα κυβέρνηση, πράγμα που απαιτεί κάποιο χρόνο. Για τον λόγο αυτό, η αίσθησή μου είναι ότι η συγκεκριμένη συζήτηση θα έπρεπε να διεξαχθεί ενδεχομένως σε κάποια μεταγενέστερη χρονική στιγμή.
Γερμανία και Ελλάδα μπορούν να συνεργαστούν περαιτέρω στον πολιτισμό, με την ευρεία έννοια;
Eνα από τα μεγάλα σχέδια που επιδιώκουμε είναι η δημιουργία ενός ελληνογερμανικού ιδρύματος νεολαίας που θα διοργανώνει ανταλλαγές νέων με πιο εντατικό ρυθμό απ’ ό,τι στο παρελθόν. Πρόκειται για ένα σχέδιο, το οποίο δρομολογήθηκε ήδη από την προηγούμενη κυβέρνηση. Ο κορμός της συμφωνίας έχει υπογραφεί. Μένει να κυρωθεί και να υπογραφούν κάποιες επιπλέον συμφωνίες, ώστε να στηθεί το ίδρυμα και να αρχίσει να λειτουργεί. Eνα άλλο σχέδιο αφορά την ετήσια Ελληνογερμανική Συνέλευση (έγινε φέτος πριν από λίγες ημέρες στη Βαυαρία), όπου προσπαθούμε να δημιουργήσουμε συνέργειες ανάμεσα σε δήμους και των δύο χωρών. Διότι εκεί είναι στην πραγματικότητα και η καρδιά της γερμανικής οικονομίας, στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που βρίσκονται σε όλη τη χώρα. Τον επόμενο χρόνο θα γιορτάσουμε τη 10η Ελληνογερμανική Συνέλευση στην Αθήνα. Eχουμε, επίσης, την ευκαιρία να εργαστούμε πιο εντατικά στην επαγγελματική κατάρτιση. Είναι κάτι που στη Γερμανία θεωρούμε το δικό μας «success story» και είναι ξεκάθαρο ότι η νέα κυβέρνηση ενδιαφέρεται πολύ γι’ αυτό το μοντέλο που αναβαθμίζει την ποιότητα της μη ακαδημαϊκής εκπαίδευσης. Επιπλέον, θέλουμε να επαναδιατυπώσουμε και να αναβαθμίσουμε με τους Eλληνες φίλους μας τη συνολική διμερή μορφωτική συμφωνία που υφίσταται από το μέσον του περασμένου αιώνα και η οποία δεν ανταποκρίνεται πλέον στη σύγχρονη πραγματικότητα. Τέλος, πολλές δυνατότητες υπάρχουν και στο πεδίο των επιστημών. Εδώ υπάρχουν στενοί δεσμοί πολλών δεκαετιών. Συναντώ συνεχώς καθηγητές που μιλούν άριστα γερμανικά και έχουν σπουδάσει, έχουν διδάξει στη Γερμανία και όμως θεωρώ ότι υπάρχουν πολλά περισσότερα που μπορούμε να κάνουμε σε αυτόν τον τομέα, συνεχίζοντας την παράδοση. Η Ελλάδα έχει να προσφέρει πολύ υψηλή ποιότητα.