Willkommen auf den Seiten des Auswärtigen Amts
Συνέντευξη του Πρέσβη κ. Αντρέας Κιντλ στην «Καθημερινή της Κυριακής»
Ο Πρέσβης Αντρέας Κιντλ μιλάει στον συντάκτη της «Κ» Βασίλη Νέδο, © Νίκος Κοκκαλιάς
Συνέντευξη στην εφημερίδα «Καθημερινή της Κυριακής» και στον δημοσιογράφο Βασίλη Νέδο παραχώρησε ο Πρέσβης κ. Αντρέας Κιντλ.
Συνέντευξη: Βασίλης Νέδος
Πριν από λίγες ημέρες ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης συναντήθηκε στο Βερολίνο με τον καγκελάριο Ολαφ Σολτς. Η θετική ατμόσφαιρα στη συνάντηση αντικατοπτρίζει την τροπή που έχουν πλέον λάβει οι ελληνογερμανικές σχέσεις;
Οι ελληνογερμανικές σχέσεις έχουν μια μακρά ιστορία και είναι στενές, περίπλοκες και πολύπλευρες. Η πρόσφατη επίσκεψη του πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη ήταν μια ιδιαίτερα θετική επιβεβαίωση των καλών μας σχέσεων. Χαίρομαι πολύ που ξεκινώ τη θητεία μου στην Αθήνα με αυτές τις προϋποθέσεις και θα κάνω τα πάντα για να ενισχυθούν περαιτέρω οι διμερείς μας σχέσεις. Εχουμε την ίδια άποψη για την επίλυση πολλών θεμάτων, ειδικά στην Ε.Ε., αλλά και σε άλλα διεθνή φόρουμ, κι ενεργούμε από κοινού. Είναι πολύ ενθαρρυντικό το γεγονός ότι συμφωνούμε να συζητούμε εποικοδομητικά μεγάλες προκλήσεις όπως η κλιματική αλλαγή, το μεταναστευτικό καθώς και η μεταρρύθμιση της Ε.Ε. και η περαιτέρω εξέλιξη της διεθνούς τάξης.
Η πανδημία, κυρίως όμως ο πόλεμος στην Ουκρανία και πλέον η ανοιχτή κρίση στη Μέση Ανατολή, αποτελούν προκλήσεις πολύ διαφορετικές από εκείνες της προηγούμενης δεκαετίας. Εξηγήστε μας, πόσο σημαντικές είναι οι προκλήσεις αυτές για τη Γερμανία;
Η πανδημία έδειξε σε όλους μας την εξάρτησή μας από τις εφοδιαστικές αλυσίδες, καθώς και την τρωτότητά τους. Η ρωσική επίθεση στην Ουκρανία κατέστησε επιπλέον σαφές ότι υπάρχουν κράτη, όπως η Ρωσία, τα οποία επωφελήθηκαν μεν σε εξαιρετικό βαθμό από μια φερέγγυα και βασισμένη σε κανόνες διεθνή τάξη, χωρίς ωστόσο να σέβονται ούτε στο ελάχιστο την τάξη αυτή. Και η Κίνα αμφισβητεί τη διεθνή αυτή τάξη. Αυτό αναγκάζει όλους εμάς στην Ε.Ε. να λάβουμε μέτρα για τις οικονομικές μας αντοχές. Η επιθετικότητα της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας καθώς και η σύγκρουση που προκάλεσε με ιδιαίτερη σκληρότητα η βάρβαρη επίθεση της τρομοκρατικής οργάνωσης Χαμάς εναντίον του Ισραήλ στη Μέση Ανατολή συνδέονται επιπλέον και με μια επικοινωνιακή επιθετικότητα, με ψευδείς ειδήσεις (fake news), η οποία στοχεύει στην αποσταθεροποίηση των ελεύθερων δημοκρατιών μας. Αυτή είναι η πρόκληση, την οποία θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε.
Μήπως οι κρίσεις αυτές είναι ευκαιρία για πιο θαρραλέα βήματα στην κατεύθυνση της ολοένα και στενότερης συνεργασίας της Ε.Ε. και στα ζητήματα της ασφάλειας, της άμυνας και –εντέλει– εξωτερικής πολιτικής;
Θα πρέπει να μετεξελίξουμε την Ε.Ε. προκειμένου να την προετοιμάσουμε καλύτερα για το μέλλον και να τη θωρακίσουμε πιο αποτελεσματικά έναντι των σημερινών και των μελλοντικών προκλήσεων. Βασικό μέλημα της γερμανικής πολιτικής για την Ευρώπη είναι να ενισχύσουμε την ικανότητα δράσης της Ε.Ε., τη συνοχή και την ανθεκτικότητά της, για παράδειγμα μέσα από περισσότερες αποφάσεις, που θα λαμβάνονται με ενισχυμένη πλειοψηφία (όχι με ομοφωνία), ειδικά στον τομέα της κοινής εξωτερικής πολιτικής και της πολιτικής ασφαλείας, αλλά και μέσα από την ενίσχυση της οικονομικής και τεχνολογικής κυριαρχίας, την οποία μπορούμε μεταξύ άλλων να επιτύχουμε μέσω μιας διαφοροποιημένης ανάπτυξης των οικονομικών μας σχέσεων. Η επιθυμητή από εμάς διεύρυνση της Ε.Ε. αποτελεί γεωπολιτική αναγκαιότητα, αλλά και γεωπολιτική ευκαιρία, εφόσον συνοδευτεί από σαφείς μεταρρυθμίσεις, που θα ενισχύσουν την ικανότητα δράσης μας.
Στο μεταναστευτικό η Ελλάδα ως χώρα πρώτης εισόδου και η Γερμανία ως μία από τις χώρες προορισμού μεταναστών και προσφύγων έχουν να λύσουν έναν δύσκολο γρίφο. Με το «Δουβλίνο 2» ουσιαστικά ανενεργό, την κοινή δήλωση Ε.Ε. – Τουρκίας να χρήζει επικαιροποίησης, ποια μπορεί να είναι τα επόμενα βήματα;
Η διαχείριση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών είναι και θα είναι μία από τις μεγάλες προκλήσεις της εποχής μας. Καθοριστικό θα είναι, επομένως, να καταλήξουμε τώρα εντός της Ε.Ε. γρήγορα και από κοινού σε δίκαιους και βιώσιμους συμβιβασμούς, που θα συμβάλουν στη συνολική βελτίωση της κατάστασης. Η επιδίωξη αυτή είναι κοινή για την Ελλάδα, ως μία από τις βασικές χώρες υποδοχής στα εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε., και για τη Γερμανία, ως μία από τις βασικές χώρες προορισμού. Μετά τα χρόνια της πανδημίας υπήρξε φέτος και πάλι μια αξιοσημείωτη αύξηση των αφίξεων τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Γερμανία, όπως συγκεκριμένα στην περίπτωση των ελληνικών νησιών του Αιγαίου, όπου τους τελευταίους μήνες του καλοκαιριού σημειώθηκε σημαντική αύξηση των αφίξεων διά θαλάσσης. Αυτό είναι μεγάλη επιβάρυνση για την Ελλάδα, και η Γερμανία εκτιμά βαθιά τις προσπάθειες της ελληνικής πλευράς, οι οποίες εντέλει γίνονται και εξ ονόματος της Ε.Ε. Για εμάς, ωστόσο, είναι ταυτόχρονα πολύ σημαντικό να υπάρξει ανταλλαγή απόψεων, πώς θα μπορούσε να μειωθεί η δευτερεύουσα μετανάστευση προς τη Γερμανία. Και για αυτό το ζήτημα χρειαζόμαστε κοινές λύσεις. Σχετικά με τη Δήλωση Ε.Ε. – Τουρκίας από το 2016, στην οποία αναφερθήκατε, κρίνεται από τη δική μας σκοπιά αναγκαίο η Τουρκία μελλοντικά να τηρήσει πιο αποτελεσματικά τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτή. Για την επίτευξη του σκοπού αυτού θέλουμε να εργαστούμε και στο μέλλον τόσο με την Ελλάδα όσο και με άλλα κράτη-μέλη της Ε.Ε.
Στα διμερή Ελλάδας και Γερμανίας άρχισε να συζητείται για πρώτη φορά τόσο ανοιχτά το ενδεχόμενο σύνδεσης των αγορών ενέργειας, και συγκεκριμένα ηλεκτρικής, που θα ακολουθεί πορεία από Νότο προς Βορρά. Υπάρχουν πραγματικές προοπτικές για ένα τέτοιο πρότζεκτ;
Η Γερμανία, ως μια ιδιαίτερα βιομηχανοποιημένη και πολυπληθής χώρα, δεν είναι σε θέση να καλύψει μόνη της όλες τις ενεργειακές της ανάγκες. Για τον λόγο αυτό εξαρτόμαστε από τις εισαγωγές ενέργειας. Ο ρωσικός επιθετικός πόλεμος κατά της Ουκρανίας μάς κατέστησε σαφές ότι δεν πρέπει να εξαρτόμαστε από μεμονωμένες χώρες ή προμηθευτές για αυτές τις εισαγωγές ενέργειας. Η λέξη-κλειδί είναι επομένως η διαποικίληση, και φυσικά κοιτάμε προς τη Νότια Ευρώπη αλλά και πιο πέρα. Και η Ελλάδα κατέχει πράγματι εξέχοντα ρόλο ως δυνητικός κόμβος για την πράσινη ηλεκτρική ενέργεια από την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, όπως τόνισε ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης κατά την επίσκεψή του στο Βερολίνο.