Willkommen auf den Seiten des Auswärtigen Amts
Συνέντευξη του Πρέσβη κ. Ερνστ Ράιχελ στα «ΝΕΑ»

Συνέντευξη στον δημοσιογράφο Γιώργο Παππά παραχώρησε ο Πρέσβης κ. Ερνστ Ράιχελ, © Γερμανική Πρεσβεία στην Αθήνα
Συνέντευξη στην εφημερίδα τα «ΝΕΑ» και στον δημοσιογράφο Γιώργο Παππά παραχώρησε ο Πρέσβης κ. Ερνστ Ράιχελ.
Συνέντευξη: Γιώργος Παππάς
Ένα μεσημέρι, στις ... όχθες του Ιλισσού, μιλάμε με γο νέο γερμανό πρέσβη για τις σχέσεις Ελλάδας - Γερμανίας στον απόηχο της κρίσης, τις οικονομικές ευκαιρίες, το προσφυγικό και τα Βαλκάνια.
Έρχεται με τον αέρα του φρέσκου. Κρατάει το σακάκι στο χέρι λόγω ζέστης, αλλά θα μπορούσε και να σημαίνει ότι ανασκουμπώνει τα μανίκια. Ο νέος Γερμανός πρέσβης Ερνστ Ράιχελ είναι μόλις δύο μήνες στην Ελλάδα, εκτός από την Αθήνα επισκέφθηκε τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, στην οποία η Γερμανία θα είναι η τιμώμενη χώρα το 2020. Και αυτό θέλει δουλειά.
Το ραντεβού μας είναι δυο βήματα από τη Γερμανική Πρεσβεία - στις όχθες του Ιλισσού - στη χτισμένη το 1848 χειμερινή κατοικία της Δουκίσσης Πλακεντίας όπου στεγάζεται από το 1930 το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο της Αθήνας. Ο Ιλισσός από τα μέσα του προηγούμενου αιώνα καλύφθηκε και έδωσε τη θέση του στην πολύβουη σήμερα Λεωφόρο Βασιλέως Κωνσταντίνου και την οδό Καλλιρρόης. Την ασχήμια της ασφάλτου κρύβουν, ευτυχώς, τα δέντρα στον κήπο του Μουσείου. Καθόμαστε στο εστιατόριο και πριν δώσουμε παραγγελία αρχίζουμε την κουβέντα.
Η πρώτη επαφή του με την Ελλάδα ήταν στα νεανικά χρόνια μέσω μίας ελληνοαμερικανίδας, στενής φίλης. Την επισκεπτόταν οικογενειακά και έτσι κράτησε μια ζωντανή επαφή με την Ελλάδα. Άλλο όμως τουρίστας, άλλο πρέσβης. Καταθέτει αμέσως τη συμπάθειά του για τα βάρη που σήκωσαν οι Έλληνες τα τελευταία χρόνια της κρίσης. «Ένα είναι βέβαιο και το γνωρίζω και από Έλληνες φίλους που έχω από χρόνια: Η Ελλάδα πέρασε μία μεγάλη κρίση, πολύ σκληρή για πάρα πολλούς Έλληνες» λέει. Πολιτικά «ορθή» και η επιλογή του φαγητού: Σουτζουκάκια σμυρναίικα.
Μετά τα προκαταρκτικά, κατ΄ευθείαν στα βαθιά. Τα αίτια της κρίσης είναι πολλά, συν τοις άλλοις, η Ελλάδα, όπως και κάθε άλλη χώρα, είναι υποχρεωμένη να αντιμετωπίσει έναν σκληρό ανταγωνισμό σε μία παγκοσμιοποιημένη οικονομία. «Πιστεύω ότι μετά από μία περίοδο θυμικής αντίστασης σ΄αυτήν την αναγκαιότητα, η αποδοχή της γίνεται όλο και μεγαλύτερη. Αυτό ανοίγει και μία ευκαιρία για τη χώρα».
Στην Ελλάδα ήρθε από την Ουκρανία. Έμεινε τρία χρόνια πρέσβης στο απαιτητικό, μετά τον πόλεμο της Κριμαίας, πόστο του Κιέβου και ο «κίνδυνος» για το Γερμανό διπλωμάτη ήταν ένα ανιαρό πόστο, όπου θα διεκπεραίωνε απλά εθιμοτυπικές εμφανίσεις και χαιρετισμούς. Αλλά μόνον από πλήξη δεν κινδυνεύει στην Ελλάδα. «Υπάρχουν κοινά σημεία με την Ουκρανία, η οποία πέρασε επίσης μια μεγάλη οικονομική κρίση, αλλά υπάρχουν και μεγάλες διαφορές, η Ελλάδα προσφέρει πολύ περισσότερα για την καθημερινή ζωή».
Το ελαφρό αεράκι δρόσιζε κάπως τους 30 βαθμούς που έδειχνε το θερμόμετρο, την ίδια ώρα το Βερολίνο είχε μόλις 15 βαθμούς, πως να μην απολαύσει κανείς τον αττικό ουρανό; «Φεύγοντας από το Κίεβο έλεγα στους φίλους μου: πιθανότατα θα εργαστώ εξίσου σκληρά και στην Ελλάδα, αλλά εκεί έχει τουλάχιστον ήλιο», λέει γελώντας.
Ο Ερνστ Ράιχελ διαδέχτηκε στη Γερμανική Πρεσβεία της Αθήνας τον Γιενς Πλέτνερ, ο οποίος αναβαθμίστηκε επιστρέφοντας στο Βερολίνο και ανέλαβε την Πολιτική Διεύθυνση του υπουργείου Εξωτερικών. Επέδωσε τα διαπιστευτήριά του στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον Αύγουστο, ακριβώς ένα χρόνο μετά την λήξη του τρίτου μνημονίου και ένα μήνα μετά την αλλαγή κυβέρνησης που έφεραν οι εκλογές του Ιουλίου.
Οι εκλογές άνοιξαν μια νέα σελίδα για τη χώρα. Και για τις ελληνο-γερμανικές σχέσεις. Ο νέος Γερμανός πρέσβης έχει και νέες προτεραιότητες. «Τα τελευταία χρόνια οι σχέσεις της Γερμανίας με την Ελλάδα και αντιστρόφως αντιμετωπίστηκαν μέσα από ένα στενό πρίσμα δημοσιονομικής πολιτικής», λέει. «Πιστεύω ότι τώρα ήρθε η στιγμή να διευρύνουμε αυτό το πρίσμα και να κατανοήσουμε και από τις δύο πλευρές ότι μας συνδέουν πολύ περισσότερα πέραν των δημοσιονομικών. Για αυτό θα προσπαθήσω να αναπτυχθούν οι ελληνο-γερμανικές σχέσεις σε μία ευρύτερη βάση».
Η ευρύτερη βάση περιλαμβάνει από την ενίσχυση των οικονομικών και επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, μέχρι τον πολιτισμό. «Υπάρχουν πολλοί τομείς για θετικές δράσεις, ώστε να κάνουμε καθαρό στην κοινή γνώμη τόσο της Γερμανίας όσο και της Ελλάδας ότι υπάρχουν πολύ περισσότερα από τα πακέτα διάσωσης, τους όρους και τα ποσοστά. Όχι πως αυτά δεν είναι σημαντικά, αλλά υποφέραμε από το γεγονός ότι εστιάστηκε μονομερώς σ΄αυτά το ενδιαφέρον».
Τα τραύματα που άφησε η περίοδος των μνημονίων στις ελληνο-γερμανικές σχέσεις δεν είναι εύκολο να επουλωθούν. Αλλά ο Γερμανός πρέσβης αισιοδοξεί. Και οι πρώτες εμπειρίες που έκανε στην Ελλάδα ενισχύουν την αισιοδοξία του. «Μέχρι στιγμής δεν βρέθηκα αντιμέτωπος με τη θυμική φόρτιση που υπήρξε σαφώς στο παρελθόν. Η αντιμετώπιση που είχα ήταν εξόχως φιλική και θετική. Το αισθάνεσαι ότι υπάρχει διάθεση για νέο ξεκίνημα τόσο στη Γερμανία όσο και στην Ελλάδα».
Η διάθεση αυτή εκφράστηκε και σε ανώτατο επίπεδο, στην πρώτη επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ και την εξαγγελία του μεγάλου επιχειρηματικού συμποσίου στις αρχές του επόμενου χρόνου στο Βερολίνο για την προσέλκυση γερμανικών επενδύσεων στην Ελλάδα. «Η Γερμανία ως μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, συγκριτικά με άλλες χώρες, έχει να προσφέρει πολλά στον τομέα αυτόν. Οι σχέσεις παραδοσιακά είναι στενές, υπάρχουν πολλοί Γερμανοί που έχουν συναισθηματικά μία ιδιαίτερη σχέση με την Ελλάδα. Είναι μία πολύ καλή βάση για να οικοδομήσουμε πάνω σ΄ αυτήν και να ενισχύσουμε τις οικονομικές δραστηριότητες, υπό τον όρο ότι και το επενδυτικό πλαίσιο θα είναι ευνοϊκό». Αυτό είναι το κριτήριο για τις επενδυτικές αποφάσεις που παίρνουν οι γερμανικές επιχειρήσεις, και όχι φυσικά οι υποδείξεις της καγκελαρίου.
Τί μπορεί να κάνει ο Γερμανός πρέσβης από την Αθήνα; Μπορεί να ξυπνήσει το ενδιαφέρον των Γερμανών επιχειρηματιών, λέει ο Ράιχελ. Ο διευθυντής ενός μεγάλου γερμανικού ομίλου δεν ξυπνάει κάθε μέρα με την έγνοια της Ελλάδας. «Υπάρχουν ήδη αρκετοί αντικειμενικοί λόγοι, και ελπίζω να γίνουν περισσότεροι, να ενδιαφερθούν για την Ελλάδα. Έχουμε καταρτίσει ένα σχέδιο δράσεων μέχρι την επόμενη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης και θέλουμε βήμα - βήμα να αναπτύξουμε τις επαφές, να ενημερώσουμε, να δώσουμε πληροφορίες». Στο πλαίσιο αυτό πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα το περασμένο διήμερο Πέμπτης-Παρασκευής το μεγάλο συνέδριο του Ελληνο-Γερμανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου με τη συμμετοχή όλων των διμερών επιμελητηρίων της Γερμανίας στην Ευρώπη. Και τον Νοέμβριο οργανώνεται ένα «Φόρουμ-Καινοτομίας» που θα φέρει σε επαφή γερμανικές επιχειρήσεις με ελληνικές νεοφυείς και καινοτόμες επιχειρήσεις.
Ως νέος πρέσβης, ο Ράιχελ είναι ακόμη στο στάδιο προσαρμογής. Μαθαίνει ελληνικά, μαθαίνει και τις ιδιαιτερότητες της χώρας. Π.χ. τη μεγάλη οικονομική αλλά κυρίως πολιτική σημασία που έχει για την Ελλάδα η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης. «Δεν έχουμε κάτι αντίστοιχο. Άλλο τόσο είναι σημαντικό που η Γερμανία θα είναι τιμώμενη χώρα τον επόμενο χρόνο. Θα κάνουμε τα πάντα για μία καλή εμφάνιση, για να παρουσιάσουμε μία διαφορετική πλευρά, από αυτήν των τελευταίων ετών».
Στα χρόνια της κρίσης αναβίωσαν πολλές προκαταλήψεις των Γερμανών για τους Έλληνες και των Ελλήνων για τους Γερμανούς, παλιά και νέα στερεότυπα έγιναν εργαλείο πολιτικής αντιπαράθεσης. Αλλά ο νέος πρέσβης βλέπει την ευκαιρία να διορθωθούν κάποια στραβά. «Δεν έχω ψευδαισθήσεις, φυσικά θα υπάρχουν πάντα εκείνοι που βλέπουν τη Γερμανία μέσα από τα γυαλιά των οικονομικών απαιτήσεων και των φρικτών εγκλημάτων που διέπραξαν οι Ναζί στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Ελλάδα. Πιστεύω ότι αυτός δεν είναι εποικοδομητικός τρόπος επίτευξης πολιτικών προτεραιοτήτων. Αλλά αυτό είναι υπόθεση των Ελλήνων, δεν είμαι εγώ εκείνος που θα δώσει συμβουλές στους Έλληνες».
Οι ελληνικές αξιώσεις πολεμικών επανορθώσεων παραμένουν ενεργές με τη μορφή ρηματικής διακοίνωσης που επιδόθηκε στο γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών στις 04. Ιουνίου 2919, έναν μήνα πριν τις εκλογές στην Ελλάδα.
Η επίσημη θέση της Γερμανίας είναι ότι το ζήτημα των πολεμικών αποζημιώσεων είναι λήξαν. Και η θέση του Γερμανού πρέσβη δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετική. Ο επόμενος κύκλος θα είναι όταν το γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών θα απαντήσει στην ελληνική διακοίνωση.
Η είδηση της ημέρας ήταν άλλη: Τα στοιχεία της FRONTEX για τις αυξημένες ροές προσφύγων προς την Ευρώπη. Τον περασμένο Αύγουστο, από τους 12.900 συνολικά, οι 9.300 πέρασαν από τα παράλια της Τουρκίας στα ελληνικά νησιά. «Οι ανησυχίες της Ελλάδας είναι και ανησυχίες της Γερμανίας, τρόπον τινά, είμαστε στην ίδια βάρκα», διαπιστώνει ο Ράιχελ. Από το Βερολίνο ακούγεται συχνά κριτική για τις καθυστερήσεις επαναπροωθήσεων προσφύγων από τα ελληνικά νησιά στην Τουρκία. Αλλά ο Ράιχελ παραμένει διπλωμάτης. Εγκωμιάζει τη συνεργασία με τον αρμόδιο, αναπληρωτή υπουργό Γιώργο Κουμουτσάκο. «Επιθυμία μας είναι να εφαρμοστεί πλήρως το Σύμφωνο ΕΕ-Τουρκίας. Και στηρίζουμε την ελληνική κυβέρνηση στην επιτάχυνση των διαδικασιών για τους νεοαφιχθέντες και την αποτελεσματικότερη υλοποίηση του Συμφώνου, ώστε όσοι δεν είναι πολιτικοί πρόσφυγες να επιστρέφουν γρήγορα στην Τουρκία».
Ο Ράιχελ είναι νομικός και μάλιστα ειδικός στα θέματα ασύλου. Η διδακτορική του διατριβή στη Νομική Σχολή του παν/μίου της Βόννης είχε θέμα το άσυλο. «Όλοι καταλάβαμε πλέον ότι το σημερινό σύστημα του Δουβλίνου δεν λειτουργεί σωστά και ενδιαφερόμαστε για την αναθεώρησή του. Πρέπει να είναι μία αναθεώρηση στη βάση της αλληλεγγύης μεταξύ των ευρωπαίων εταίρων. Δεν είναι εύκολη υπόθεση, αλλά η συζήτηση πρέπει να γίνει». Η συζήτηση ξεκίνησε και είναι σημαντικό που μπαίνει μπροστά η Γερμανία, η οποία με το σημερινό σύστημα που επιβάλει την επιστροφή των προσφύγων στην πρώτη χώρα εισόδου θα έπρεπε να είναι προστατευμένη. Η προσφυγική κρίση έδειξε ότι ντε φάκτο το σύστημα δεν λειτουργεί.
Ο Ράιχελ ξέρει καλά και τα Βαλκάνια, πέρασε ως πρέσβης από την Πρίστινα. Τα δυτικά Βαλκάνια παραμένουν η μαύρη τρύπα της ΕΕ. «Είναι μεγάλο επίτευγμα της Ελλάδας το γεγονός ότι στη Θεσσαλονίκη το 2003 αποφασίστηκε να δοθεί η προοπτική ένταξης των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ. Σήμερα αυτή η προοπτική είναι ακόμη σημαντικότερη, αν θέλουμε να δώσουμε θετικά κίνητρα στις χώρες της περιοχής», λέει. Η απόσταση από την ένταξη είναι ακόμη μεγάλη, πρέπει να γίνουν ακόμη πολλά. Το θέλουν οι πολίτες των χωρών αυτών, αλλά υπάρχουν ταυτόχρονα και αντιστάσεις.
Ο δρόμος της διεύρυνσης άνοιξε με τη «Συμφωνία των Πρεσπών» για την αλλαγή του ονόματος της Βόρειας Μακεδονίας. Η Γερμανία υποστήριξε ενεργά την επίτευξη της συμφωνίας, η νέα ελληνική κυβέρνηση τονίζει ότι θα παρακολουθεί άγρυπνα την τήρησή της στην πορεία των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. «Δεν υπάρχει κάποια ένσταση σ΄αυτό, είναι αυτονόητο ότι πρέπει να υλοποιηθεί η συμφωνία επακριβώς. Σημαντικό είναι σε ποιό πνεύμα θα γίνεται η παρακολούθησή της. Μέχρι στιγμής δεν βλέπω κανένα λόγο ανησυχίας», λέει ο Γερμανός πρέσβης.
Ανάμεσα σε τουρίστες που πίνοντας τον καφέ τους ξεφυλλίζουν τον οδηγό της Αθήνας, μια ομάδα συνταξιούχων στο διπλανό τραπέζι σχολιάζει στα γερμανικά το διπλανό Πολεμικό Μουσείο, σε λίγο γυρίζουν τη συζήτηση στα ελληνικά. Πιθανότατα απόφοιτοι της Γερμανικής Σχολής της Αθήνας. Την εμβέλειά της διαπίστωσε ήδη ο Ράιχελ είναι ένα ακόμη δείγμα των στενών δεσμών Ελλάδας – Γερμανίας και στον τομέα του πολιτισμού. Σ΄ αυτόν θέλει να δώσει ιδιαίτερο βάρος ο νέος πρέσβης, στόχος του είναι η επικαιροποίηση του διμερούς Συμφώνου Πολιτιστικής Συνεργασίας Ελλάδας - Γερμανίας.
Στο Σύμφωνο περιγράφονται οι τομείς της διμερούς συνεργασίας και οι φορείς που την υλοποιούν: Ινστιτούτο Γκαίτε, Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, Γερμανική Σχολή, συνεργασίες σε επιστημονικό επίπεδο κλπ. Το σύμφωνο χρονολογείται από το 1957, «εγώ δεν είχα ακόμη γεννηθεί, όταν υπογράφηκε» λέει ο γεννημένος το 1960 Ράιχελ. «Το σύμφωνο δεν ανταποκρίνεται πλέον στις σημερινές, αυξημένες ανάγκες, χρειάζεται ανανέωση».
Την ευθύνη για το συντονισμό των δράσεων έχουν τα υπουργεία Εξωτερικών των δύο χωρών. Η ανανέωση του συμφώνου προτάθηκε ήδη στην ελληνική πλευρά, η πρώτη αντίδραση ήταν θετική, λέει ο Γερμανός πρέσβης.
Να μια ευκαιρία - σκέφτομαι αυθόρμητα - και για την ελληνική πλευρά να δει, τί θα μπορούσε να συμπεριλάβει σε ένα τέτοιο σύμφωνο, συνυπολογίζοντας ότι στο μεταξύ εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες ζουν σήμερα στη Γερμανία.
